Ομιλία του Σεβ. μητροπολίτου Μεσογαίας π. Νικολάου στην Ιερατική Σύναξη της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως(14-11-2011)
πηγή: ΟΟΔΕ-BLOG
Ομιλία του Σεβ. μητροπολίτου Μεσογαίας π. Νικολάου στην Ιερατική Σύναξη της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως(14-11-2011)
πηγή: ΟΟΔΕ-BLOG
Πηγή: Αυγή-Ενθέματα, 20-11-2011
Στη δεκαετία του ’30, το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, το τότε ονομαζόμενο Sfio (Γαλλικό Τμήμα της Εργατικής Διεθνούς) διασπάστηκε. Μια σειρά στελεχών του, οι αποκαλούμενοι néos (νεοσοσιαλιστές) υιοθέτησαν το σύνθημα της «εποικοδομητικής επανάστασης» θεωρώντας ότι η εποχή των σύνθετων οργανισμών, ο καιρός των « τεχνικών και των μηχανικών» καθιστά παρωχημένη την ταξική κοινωνικοπολιτική οπτική των πραγμάτων. Στον αέρα εκείνων των καιρών βρισκόταν η γοητεία του μεγάλου πλάνου, του Κράτους Σχεδιαστή, της επανάστασης των μάνατζερ για την οποία θα γράψει λίγο πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ο Αμερικανός Τζέημς Μπάρναμ. Πολύ γρήγορα, ωστόσο, αυτός ο προδρομικός διαχειριστικός τεχνοκρατισμός συνδέθηκε με την ιδέα του ισχυρού αυταρχικού κράτους. Πολλές από τις προσωπικότητες της γαλλικής και βελγικής σοσιαλτεχνοκρατίας (από τον Γάλλο Marcel Deat ως τον Bέλγο Henri de Man) δεν θα αντισταθούν στη γοητεία της φασιστικής «τάξης» και θα καταλήξουν συνεργάτες του καθεστώτος του στρατηγού Πεταίν στη φιλoγερμανική κυβέρνηση του Βισύ.
Ένα άλλο κομμάτι του «νεοσοσιαλισμού» θα επιλέξει, φυσικά, τον Ντε Γκωλ και την «Ελεύθερη Γαλλία». Από αυτήν τη δεύτερη πτέρυγα θα αναδυθεί ένας τεχνοκρατικός μοντερνισμός του κέντρου ο οποίος μετά τη δεκαετία του ’50 θα επιδιώξει να εκφράσει τα «νέα μεσαία στρώματα» και τις προσδοκίες τους για κοινωνική άνοδο. Εδώ θα κυριαρχήσει ο θαυμασμός για τον αμερικανικό δυναμισμό και η ανακάλυψη της νέας ηπείρου του έξυπνου μάνατζμεντ για την «ανανέωση της πολιτικής».
Παρόμοια ταξίδια σε πτυχές της ευρωπαϊκής πολιτικής ιστορίας μπορεί να είναι χρήσιμα. Γιατί, πέραν των άλλων, μαρτυρούν ότι στις συνθήκες μιας μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, η προσφυγή στο τεχνοκρατικό παράδειγμα συνδέεται με διάφορες τάσεις αυτονόμησης των ελίτ από κοινωνικές αναφορές και βασικές πολιτικές αξίες όπως η λαϊκή κυριαρχία. Το τεχνοκρατικό παράδειγμα μπορεί να αλλάζει μέσα στον χρόνο, ανάλογα με τη διεθνή συγκυρία και τις εθνικές περιστάσεις. Στους καιρούς του «σχεδιοποιημένου καπιταλισμού» ο τεχνοκρατισμός ήταν κατά βάση η αναζήτηση ενός μοντέλου αποτελεσματικής κοινωνικής διεύθυνσης με αιχμή τον κρατικό προγραμματισμό. Στις σημερινές συνθήκες της νεοφιλελεύθερης κυριαρχίας, το παράδειγμα δεν είναι φυσικά ο μηχανικός αλλά ο ειδικός της οικονομικής διακυβέρνησης, ο γνώστης του κόσμου των επιχειρήσεων και των χρηματοπιστωτικών δομών.
Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, είτε με τους παλιούς όρους «κρατικού διευθυντισμού», είτε στο πλαίσιο της διεθνικής δικτατορίας των αγορών, η εκσυγχρονιστική τεχνοκρατία έρχεται σε σύγκρουση τόσο με την πολιτική δημοκρατία όσο και με τα κοινωνικά δικαιώματα. Η περιφρόνηση για την πολιτική διαφωνία και η απέχθεια για τους αγώνες που αμφισβητούν τη μονοφωνική «ενότητα» των κορυφών, όλα αυτά αποτελούν βεβαίως στοιχεία μιας δεξιάς αφήγησης του κόσμου. Η πολιτική αντιπαλότητα θεωρείται περίπου ανυπόφορος αναχρονισμός αν όχι συνταγή αναποτελεσματικότητας. Και από αυτή την πρωταρχική απαξίωση μέχρι την αναγόρευση των απεργιών ή της όποιας εκδήλωσης κοινωνικής ανυπακοής ως επικίνδυνων εθνικών παρεκκλίσεων ο δρόμος είναι μικρός.
Το πρόβλημα που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε στο μέλλον –και από μια άποψη ήδη από τώρα– είναι λοιπόν το «ιδεολογικό μίγμα» που αποτελεί όπως φαίνεται κοινή συνισταμένη των ευρωπαϊκών ελίτ και των εγχώριων μνημονιακών θυλάκων. Η κυβέρνηση συμβιβασμών του κ. Παπαδήμου δεν αποκρυσταλλώνει στην καθαρή του μορφή αυτό το μίγμα. Είναι, όντως, μεταβατική, όχι όμως με την έννοια μιας παρένθεσης αλλά με την έννοια του προπλάσματος, της πρώτης, και πολύ ατελούς, «υποτύπωσης» ενός νέου προτύπου. Οι πρόθυμοι υποστηρικτές της στα μήντια και στο πολιτικό προσωπικό εκδηλώνουν ηχηρά τη δυσαρέσκειά τους για αυτή την απόσταση από το ιδεατό πρότυπο, από την καθαρότητα που θα ήθελαν.
Η επιθυμία τους είναι ένα ομογενοποιημένο «κόμμα του κράτους και των αγορών», ένα κόμμα της καθαρής μνημονιακής τάξης δίχως αναστολές και καθυστερήσεις, χωρίς την παρεμβολή παράσιτων στη μετάδοση της μοναδικής αλήθειας.
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
Πηγή: ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Ο γενναίος παπάς που δολοφονήθηκε μέσα στην εκκλησία, επειδή αγάπησε πολύ το Χριστό και τους ανθρώπους.
«Οι θέσεις αυτές έχουν τις ρίζες τους στην ιδεολογία που αναπτύχθηκε για τα “ελληνοχριστιανικά ιδεώδη” τον 19ο αιώνα. Το έθνος συμπορεύεται πάντα με την Εκκλησία και η εκκλησιαστική ιεραρχία οφείλει να ακολουθεί και να στηρίζει ο,τιδήποτε καλύπτεται πίσω από την εθνική ιδέα. Βεβαίως, η εξυπηρέτηση των εθνικών επιδιώξεων δεν είχε να κάνει μόνο με τον ελλαδικό χώρο […]. Το δυστύχημα είναι ότι και σήμερα από πολλούς παρανοείται η ουσία και η αποστολή της Εκκλησίας. Η πλειονότητα των μελών της τις αποδέχεται: “μέχρι τις ημέρες μας δεν έχει κανείς παρά να απευθύνει στην πλειονότητα των μελών της Εκκλησίας τις ερωτήσεις: – Ποιο είναι το γένος, το έθνος ή ο περιούσιος λαός; – Ποια είναι η αποστολή της Εκκλησίας; – Ποιος σώζει ποιον; η Ορθοδοξία τον Ελληνισμό ή ο Ελληνισμός την Ορθοδοξία; Οι απαντήσεις σχεδόν ανεξαίρετα θα είναι πως περιούσιος λαός είναι οι Έλληνες, αποστολή της Εκκλησίας είναι η σωτηρία του έθνους και χωρίς τον Ελληνισμό δεν υπάρχει Εκκλησία” [π. Α. Πινακούλα, Εκκλησία και Ελληνισμός στη νεότερη Ελλάδα, Σύναξη 79 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2001), 47]. Βεβαίως, όπως σωστά έχει παρατηρηθεί: “η εκκλησία έχει πνευματικό έργο και δεν είναι ταγμένη να σώσει φυλές, γλώσσες και έθνη, αλλά να σώσει τους ανθρώπους ανεξάρτητα απ’ τη φυλή, το φύλο, τη γλώσσα και το έθνος” [Ι. Πέτρου, Η πολυπολιτισμικότητα ως κοινωνικό γεγονός και κοινωνικό αίτημα, Καθ’ οδόν 16 (Ιούλιος 2000), 17]».
Φάκελος: Υπάρχει δημοκρατία στην Ευρώπη; [http://www.enet.gr/?i=news.el.politikh&id=325485]
Ασφαλώς είναι πολύ πιθανό και συμβαίνει συχνά, τα κυρίαρχα ΜΜΕ να ισχυρίζονται ότι η «δημοσιονομική κρίση» έχει επισπεύσει τις μαζικές διαδηλώσεις, τις απεργίες και τις νέες μορφές πολιτικής κινητοποίησης στην Ελλάδα.
Αν και είναι αλήθεια πως υπάρχει δημοσιονομική κρίση, αυτή δεν έπρεπε να κατανοείται σαν μια περιοδική δυσκολία που περνά μια χώρα ή μια περιοχή πριν ξαναέρθει στο οικονομικό της «status quo». Αυτό που αναδύεται άμεσα και ασυγκράτητα είναι ένας αστερισμός νεο-φιλελεύθερων πρακτικών, οι οποίες εγκαθιστούν ένα νέο παράδειγμα σκέψης για τη σχέση μεταξύ οικονομικών και κοινωνικών μορφών καθώς και νέους τρόπους εκλογίκευσης, ηθικής και υποκειμενικής μορφοποίησης.
Αυτό που σπρώχνει δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους δεν είναι απλώς η αύξηση της τεχνολογικοποίησης της εργασίας και των μεθόδων υπολογισμού της αξίας της εργασίας και της ζωής.
Βασικά, ο νεο-φιλελευθερισμός λειτουργεί παράγοντας περιττούς πληθυσμούς. Τους εκθέτει στην επισφάλεια, καθιερώνει μορφές προσωρινής εργασίας, καταστρέφει μακροχρόνιους θεσμούς κοινωνικής δημοκρατίας, αποσύρει κοινωνικές υπηρεσίες από όσους είναι οι πλέον απροστάτευτοι (φτωχοί, άστεγοι, χωρίς χαρτιά). Και αυτό επειδή η αξία των υπηρεσιών αυτών και βασικά οικονομικά δικαιώματα, όπως φαγητό, στέγη, έχουν αντικατασταθεί από οικονομικούς υπολογισμούς που εκτιμούν μόνο τις επιχειρηματικές ικανότητες των ατόμων ενώ παράλληλα ηθικολογεί εναντίον όλων εκείνων που αδυνατούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους ή να κάνουν τον καπιταλισμό να δουλέψει γι’ αυτούς.
Ετσι όταν ρωτάμε γιατί τόσοι πολλοί είναι στους δρόμους, είναι γιατί αντιτίθενται σε ολόκληρο το οικονομικό καθεστώς που συγκεντρώνει πλούτο για τους πολύ λίγους και αυξάνει τα ποσοστά εκείνων που ζουν στη φτώχεια και είναι εκτεθειμένοι σε επισφάλεια.
Οταν οι πληθυσμοί αντιλαμβάνονται ότι έχουν εγκαταλειφθεί σε τέτοιες συνθήκες χωρίς καμία προστασία, καταλαβαίνουν επίσης ότι δεν αντιπροσωπεύονται πλέον από πολιτικά καθεστώτα που είναι αξεχώριστα από νεοφιλελεύθερες μορφές εξουσίας και λογικής. Σ’ αυτό το σημείο, οι δημοκρατικές απαιτήσεις από το κράτος θέτουν εν αμφιβόλω για ποιον είναι το «εμείς» που αντιπροσωπεύεται από τις δημοκρατικές κυβερνήσεις, κυρίως όταν αυτές σύρονται και οδηγούν νεο-φιλελεύθερες οικονομικές μορφές που στηρίζονται σε περιττούς πληθυσμούς, ευέλικτη εργασία και εγκατελειμμένους πληθυσμούς.
Ετσι, όταν οι εγκαταλελειμμένοι συγκεντρώνονται, επιμένουν ότι αποτελούν ακόμη αυτό το «εμείς» που η δημοκρατία πρέπει να αντιπροσωπεύει. Εάν η δημοκρατία μπορεί να έχει ακόμη κάποιο νόημα, πρέπει να εκφράσει τη βούληση του λαού και αυτό που βλέπουμε στους δρόμους, το θόρυβο που ακούμε στις πλατείες. Αυτή είναι η ανασύσταση της λαϊκής βούλησης, η σωματική συγκέντρωση και επιμονή του λαού που δεν θέλει να παραλείπεται και μέσω του οποίου βλέπουμε να θεσπίζονται κοινωνικές μορφές ριζοσπαστικής δημοκρατίας, οι οποίες περιλαμβάνουν σχέσεις ισότητας και αμοιβαίας εξάρτησης.
Το πρόβλημα δεν είναι η δημοσιονομική κρίση, η «διάσωση» της οποίας θα επαναφέρει τα πράγματα στο φυσιολογικό.
Το πρόβλημα είναι ότι οι νεο-φιλελελεύθερες μορφές πολιτικής και οικονομικής εξουσίας συνήθως εγκαταλείπουν τους πληθυσμούς σε συνθήκες επισφάλειας και αυτή η περιοδική εγκατάλειψη των λαών έχει γίνει από μόνη της φυσιολογική. Σαν αποτέλεσμα, το κάλεσμα στους δρόμους επιδιώκει όχι να επιδιορθώσει τη δημοσιονομική κρίση αλλά να επιμείνει ότι η διάλυση του νεο-φιλελευθερισμού είναι επιτακτική ανάγκη για την ανανέωση της ριζοσπαστικής δημοκρατίας.
Ένα νέο ιστολόγιο, λίαν ενδιαφέρον, ξεκίνησε πρόσφατα τη λειτουργία του:
Αριστερά και Πολιτική Θεολογία.
Κλίκ εδώ για μετάβαση: